Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2016

Μεγαλοψυχία, θάρρος και λίγη μαγεία: η μυστική συνταγή ενός καλού μαθήματος λογοτεχνίας στη μειονοτική Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση




Μεγαλοψυχία, θάρρος και λίγη μαγεία: η μυστική συνταγή ενός καλού μαθήματος λογοτεχνίας στη μειονοτική Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση
Δημήτρης Βλάχος
Σχολικός Σύμβουλος Φιλολόγων Ροδόπης


Από την παρουσίαση στην Κομοτηνή[1] του βιβλίου Προσεχώς Εμείς Μεγαλώνουμε/Μαρτυρίες εκπαιδευτικών για τη διδασκαλία της λογοτεχνίας στο πλαίσιο του Προγράμματος Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων, Επιμέλεια Χρήστος Δανιήλ & Ελένη Χοντολίδου Εισαγωγή: Άννα Φραγκουδάκη & Θάλεια Δραγώνα.

Είναι αλήθεια ότι η ανάγνωση ενός βιβλίου ειδικής διδακτικής της λογοτεχνίας μπορεί να είναι προϋπόθεση αναγκαία για τους διδάσκοντες, ωστόσο δεν είναι γι’ αυτούς και η πιο ευχάριστη εμπειρία. Αρκεί να θυμηθούμε εδώ τις οδηγίες για διδασκαλία των φιλολογικών μαθημάτων, και ιδιαίτερα της λογοτεχνίας. Τις περιμένουμε με ανυπομονησία στην αρχή κάθε χρονιάς και διαμαρτυρόμαστε γιατί καθυστερούν, και όταν κάποτε φτάνουν στα σχολεία και τις διαβάζουμε, δυσφορούμε με την τεχνική γλώσσα που χρησιμοποιούν, την αυστηρότητα της μεθόδου και τα ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα προγραμματισμού της ύλης. Προφανώς και η διδακτική της λογοτεχνίας δεν είναι λογοτεχνία, αλλά είναι ένα εργαλείο για τη διδασκαλία της. Και όπως συμβαίνει με όλα τα εργαλεία, όταν τα χρησιμοποιούμε, δεν προσέχουμε πώς λειτουργούν, γι’ αυτό και μπορούμε να κατασκευάσουμε πράγματα, να δημιουργήσουμε καινούργια όντα. Το ίδιο συμβαίνει και με τη διδασκαλία της λογοτεχνίας. Επειδή η προσοχή μας δεν είναι στραμμένη στη λειτουργία του εργαλείου της διδακτικής της λογοτεχνίας, μπορούμε να ζήσουμε τη μοναδική εμπειρία της συγκίνησης από την ανάγνωση της λογοτεχνίας. Όταν διαβάζουμε λογοτεχνία, όταν τη διδάσκουμε, ξεχνούμε το εργαλείο της διδακτικής. Το εργαλείο της διδακτικής το θυμόμαστε μόνο όταν η διδασκαλία μας αποτύχει και πρέπει να την επανασχεδιάσουμε. Το βιβλίο που παρουσιάζουμε σήμερα με επίτιτλο «Προσεχώς Εμείς Μεγαλώνουμε» και διευκρινιστικό τίτλο «Μαρτυρίες για τη διδασκαλία της λογοτεχνίας στο Πλαίσιο του Προγράμματος Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων» είναι ένα υβριδικό λογοτεχνικό είδος διδακτικής της λογοτεχνίας, που έχει τη μορφή της μαρτυρίας των συντελεστών του Προγράμματος Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων, εκπαιδευτικών της σχολικής τάξης και πανεπιστημιακών δασκάλων.
Η πρωτοτυπία αυτού του βιβλίου έγκειται στο ότι είναι όχι απλώς κάτι παραπάνω, αλλά κάτι τελείως διαφορετικό από μια τυπική διδακτική λογοτεχνίας. Οι μαρτυρίες των εκπαιδευτικών και των εμψυχωτών του Προγράμματος Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων συνιστούν μια λογοτεχνική καταγραφή προσωπικών εμπειριών από τη διδασκαλία της λογοτεχνίας σε μαθητές της Δευτεροβάθμιας Μειονοτικής Εκπαίδευσης μέσα στα πλαίσια ενός πιλοτικού προγράμματος που εφαρμόστηκε σε Γυμνάσια των νομών Ξάνθης και Ροδόπης την περίοδο 2011-2014. Πιο ειλικρινής τρόπος για να μιλήσει κανείς για τη διδακτική της λογοτεχνίας από την ίδια αυτή γλώσσα της λογοτεχνίας δεν υπήρχε. Ειλικρινής, στο βαθμό που το καθένα από τα έξι κείμενα των εκπαιδευτικών με τους ευρηματικούς τίτλους, που ανάβλυσαν από αυτή τούτη τη διδασκαλία, μιλάει με τη φωνή του συγγραφέα του. Μια φωνή στέρεα θεμελιωμένη στην εμπειρία της σχολικής τάξης. Και αυτή η εμπειρία είναι το δεύτερο, μετά τη λογοτεχνική μορφή, πλεονέκτημα αυτού του βιβλίου.
Εδώ θα ήθελα να σταθώ λίγο περισσότερο, γιατί οι «Μαρτυρίες των εκπαιδευτικών για τη διδασκαλία της λογοτεχνίας στο πλαίσιο του Προγράμματος Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων», λειτουργώντας παραδειγματικά, αναζωογονούν το ερώτημα για τις προϋποθέσεις υλοποίησης μιας εκπαιδευτικής πολιτικής που αφορά όχι μόνο στη διδασκαλία της λογοτεχνίας. Αναδύεται μέσα από αυτήν την προβληματοποίηση η ανάγκη θεμελίωσης της εκπαιδευτικής πολιτικής στη φρόνηση και όχι στον τυφλό αυτοσχεδιασμό των εκπαιδευτικών ούτε στον στείρο αυταρχισμό κανονιστικών διατάξεων του Υπουργείου ή της θεωρητικής ακαδημαϊκής σοφίας, η οποία ποτέ δεν δοκιμάστηκε σε συνθήκες πραγματικής τάξης.
Δεν υπάρχει φρόνηση, για να θυμηθούμε τον Αριστοτέλη, χωρίς τη γνώση των εσχάτων επιμέρους, δηλαδή των δεδομένων της εμπειρίας. Η πολυετής πείρα των εκπαιδευτικών της τάξης δεν μπορεί να ακυρώνεται με τον σχεδιασμό και την εφαρμογή της εκπαιδευτικής πολιτικής από την εκάστοτε κυβέρνηση, αλλά θα πρέπει να τη συνδιαμορφώνει. Η θεωρία της εκπαιδευτικής πολιτικής –σ’ αυτήν εντάσσω τα ωρολόγια προγράμματα, τη γενική και ειδική διδακτική των μαθημάτων– και η εμπειρία των εκπαιδευτικών πρέπει να συμπορεύονται. Αυτό το βιβλίο που καταγράφει την εμπειρία εκπαιδευτικών από την πιλοτική εφαρμογή του Προγράμματος για τη διδασκαλία της λογοτεχνίας είναι συλλογικό έργο και δείχνει ότι οι μοναδικές εναιώνιες στιγμές της καλής διδασκαλίας είναι δημιούργημα σχέσης προσώπων, θεσμών και εκπαιδευτικών υλικών τα οποία είναι πράγματα και όχι αντικείμενα. Και επειδή πρόκειται για πράγματα (δίκτυο σχέσεων) και για πρόσωπα (διδάσκοντες, διδασκόμενους), η συνύφανσή τους είναι εκείνη που συνδέει με ορατούς και αόρατους δεσμούς θεωρία και πράξη, κείμενα και πρόσωπα από διαφορετικούς πολιτισμούς και ηλικίες και δημιουργεί το αίσθημα του ανήκειν σε μια εκπαιδευτική κοινότητα. Προϊόν συνεργασίας εκπαιδευτικών τάξης, των μαθητών τους, των πανεπιστημιακών δασκάλων, αλλά και προσώπων που είχαν την ευθύνη του συντονισμού και της εποπτείας για την υλοποίηση του προγράμματος είναι αυτό το βιβλίο.
Οι μαρτυρίες των εκπαιδευτικών του πιλοτικού προγράμματος διδασκαλίας της λογοτεχνίας σε μαθητές της μειονοτικής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης μάς αναγκάζουν να ξανασκεφτούμε τα εκπαιδευτικά μας πράγματα με έναν τρόπο ασυνήθιστο. Μας δείχνουν, ακόμη, κάτι που συνειδητά ή ασύνειδα ξεχνούμε, ότι, δηλαδή, όταν η επιδίωξη ενός εκπαιδευτικού αγαθού, όπως είναι η διδασκαλία της λογοτεχνίας, γίνεται με λαθεμένα μέσα, τότε και αυτό το ίδιο το αγαθό φθείρεται και η αρχική επιθυμία υποστέλλεται και ο μεταρρυθμιστικός ενθουσιασμός ματαιώνεται. Και όπως διαβεβαιώνει ο Αριστοτέλης στα Ηθικά Νικομάχειά (ΗΝ) του, καμία ορθή επιλογή (προαίρεσις, βούλευσις) δεν είναι εφικτή, αν δεν συμπορεύεται η ορθή σκέψη (λόγος ληθής) με την ορθή επιθυμία (ρεξις ρθή)[2]. Οι λαθεμένοι συλλογισμοί, οι αστοχίες στη μεθόδευση της διαβούλευσης σε ό,τι αφορά στα εκπαιδευτικά μας πράγματα γενικότερα και στη διδασκαλία της λογοτεχνίας ειδικότερα, αποθαρρύνουν και απομακρύνουν τελικά από την αρετή του πολίτη, το ύψιστο αγαθό που πρέπει να είναι και το ζητούμενο εκείνης της εκπαιδευτικής πολιτικής που εξακολουθεί να θεωρεί τη λογοτεχνία ως το κατεξοχήν παιδευτικό αγαθό και θέλει να είναι ανθρωπιστική όχι μόνο στις διακηρύξεις αλλά και στην ουσία της.
Από αυτήν την άποψη το βιβλίο «Μαρτυρίες εκπαιδευτικών για τη διδασκαλία της λογοτεχνίας στο πλαίσιο του Προγράμματος Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων» λειτουργεί παραδειγματικά και εμψυχωτικά. Λειτουργεί παραδειγματικά, στον βαθμό που δίνει το παράδειγμα μιας εναλλακτικής διδασκαλίας της λογοτεχνίας, που μπορεί να εφαρμοστεί όχι μόνο σε μουσουλμάνους μαθητές με μη μητρική γλώσσα την ελληνική, αλλά σε όλους τους μαθητές. Λειτουργεί παραδειγματικά, επίσης, στο μέτρο που οι αφηγήσεις των εκπαιδευτικών λαμβάνουν υπόψη και αξιολογούν με γενναιότητα και αυτοκριτική διάθεση βήμα βήμα τη δυναμική και την ποιότητα της σχέσης διδάσκοντος και διδασκόμενων κατά τη διδασκαλία της λογοτεχνίας. Πρόκειται για ένα ταξίδι που απαιτεί συνεχώς ετοιμότητα για διορθώσεις πλεύσης. Η φωνή των μαθητών ακούγεται και δεν καταπνίγεται από την αυθεντία του δασκάλου. Η φωνή του δασκάλου, πάλι, είναι η δική του φωνή. Και δική του είναι εκείνη η φωνή που γεννιέται την ανεπανάληπτη και εναιώνια στιγμή της μυστικής του σχέσης με τους μαθητές μέσα ή και έξω από την τάξη. Γιατί, ένα καλό μάθημα μάς αφήνει τη γεύση της αιωνιότητας και όχι της διάρκειας. Άλλωστε, δεν θυμόμαστε ότι διαρκέσαμε επαγγελματικά διδάσκοντας 20, 30, 40 χρόνια. Θυμόμαστε όμως ως μαθητές και ως δάσκαλοι ότι ζήσαμε μοναδικές στιγμές διδασκαλίας. Και η απογοήτευση από τις ατυχείς στιγμές και η διάψευση των μεγάλων προσδοκιών κατά τον σχεδιασμό μια διδασκαλίας, κι αυτές ακόμη, είναι προετοιμασία για τις στιγμές του καλού μαθήματος, αυτό δείχνουν οι μαρτυρίες των εκπαιδευτικών που συμμετείχαν στο πιλοτικό αυτό πρόγραμμα διδασκαλίας της λογοτεχνίας. Για ένα καλό μάθημα ισχύει αυτό που ισχύει για ένα καλό ποίημα, για να θυμηθούμε τον τεχνίτη του στίχου Γιώργο Σεφέρη:

«Είναι παντού το ποίημα. Η φωνή σου
καμιά φορά προβαίνει στο πλευρό του
σαν το δελφίνι που για λίγο συντροφεύει
μαλαματένιο τρεχαντήρι στον ήλιο
και πάλι χάνεται. Είναι παντού το ποίημα
σαν τα φτερά του αγέρα μες στον αγέρα
που άγγιξαν τα φτερά του γλάρου μια στιγμή»,
(Μνήμη, Β΄/Έφεσος).

Είναι παντού το ποίημα, ομολογεί ο Σεφέρη. Είναι παντού το μάθημα, μαρτυρούν και οι εκπαιδευτικοί αυτού του πιλοτικού προγράμματος διδασκαλίας της λογοτεχνίας σε μαθητές Γυμνασίων της μειονοτικής εκπαίδευσης. Το μάθημα είναι παντού... Και στο Μειονοτικό Γυμνάσιο Κομοτηνής και στο Γυμνάσιο Εχίνου και στο Γυμνάσιο Σμίνθης, ακόμη και στο Γυμνάσιο Δροσερού του Νομού Ξάνθης με μαθητές Ρομά. Είναι παντού το μάθημα της λογοτεχνίας, αρκεί να διαθέτει ο δάσκαλος μεγαλοψυχία, θάρρος και λίγη από την τέχνη της μαγείας. Γιατί η μαγεία είναι τέχνη, και παρουσιάζεται μέσα από τα εκπαιδευτικά υλικά και τις εμπνευσμένες προτάσεις διδασκαλίας, όπως συμβαίνει παραδειγματικά και με τα εκπαιδευτικά υλικά και την πρόταση διδασκαλίας της λογοτεχνίας στα πλαίσια αυτού του πιλοτικού Προγράμματος Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων. Αυτή η πρόταση με τις διδακτικές ενότητες για κάθε τάξη του Γυμνασίου, τη μέθοδο (μαθητοκεντρικά σενάρια, ομαδοσυνεργατική και μέθοδος project) και τα εκπαιδευτικά υλικά της λογοτεχνίας αναπτύσσονται συνοπτικά στο επίμετρο Ι και ΙΙ του βιβλίου από τους εμψυχωτές αυτού του Πιλοτικού Προγράμματος διδασκαλίας της λογοτεχνίας Βενετία Αποστολίδου, Χρήστο Δανιήλ και Ελένη Χοντολίδου. Αυτή η πρόταση και τα εκπαιδευτικά υλικά του Προγράμματος προσαρμόζονται, τροποποιούνται και εμπλουτίζονται από τους εκπαιδευτικούς Ζωή Μπάρμπα, Νίκη Μουτίδου, Μαρία Αλεξίου, Ελένη Χατζή, Φωτεινή Νεστορίδου, Αλέξανδρο Δημαρά, Αντώνη Στεργίου και εφαρμόζονται στις τάξεις τους. Το αποτέλεσμα καταγράφεται στη μαρτυρία τους.
Ένας πίνακας στην ουσία είναι αυτό το βιβλίο που εμπεριέχει άλλους πίνακες, σαν τις Μενίνες (τις Δεσποινίδες των Τιμών) του Βελάσκεθ. Ο μεγάλος πίνακας είναι αυτός του Προγράμματος Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων και συγκροτείται από τα εισαγωγικά κείμενα της Θάλειας Δραγώνα, της Άννας Φραγκουδάκη, του Χρήστου Δανιήλ, το Επίμετρο Ι και ΙΙ, για το οποίο μιλήσαμε. Μέσα σ’ αυτόν τον πίνακα εντάσσονται και οι πίνακες-μαρτυρίες των έξι εκπαιδευτικών. Και στον καθένα από αυτούς πίνακες-μαρτυρίες έχουμε μικρότερους πίνακες με τα αυτοβιογραφικά στοιχεία, τον αναστοχασμό και την αυτοκριτική των εκπαιδευτικών. Έχουμε όμως μέσα σ’ αυτούς του πίνακες και άλλους μικρότερους πίνακες με σκίτσα, κόμικς, ζωγραφιές, φωτογραφίες και τεχνήματα μαθητών με ιδιόγραφα κείμενά τους, ορθογραφημένα και ανορθόγραφα, με τις χαρακτηριστικές για ετερόγλωσσους χρήστες της ελληνικής γλώσσας φωνολογικές παρεκκλίσεις. Η πολυτροπικότητα ανήκει στις αρετές αυτού του βιβλίου.
«Προσεχώς Εμείς Μεγαλώνουμε», η καταληκτική φράση από το κείμενο του Αντώνη Στεργίου, προκρίθηκε ως τίτλος του βιβλίου αυτού με τις μαρτυρίες των εκπαιδευτικών. «Μεγαλώνουμε» σημαίνει ωριμάζουμε ως δάσκαλοι. Σημαίνει, επίσης, ότι μαθαίνουμε να σεβόμαστε τα υλικά μας, τις ψυχές των μαθητών μας. «Μεγαλώνουμε» σημαίνει ότι δεν βιαζόμαστε να δούμε θεαματικά αποτελέσματα αύριο κιόλας, ακόμη και όταν αυτό συνιστά επιτυχημένη δημοσίευση σε επιστημονικά περιοδικά διδακτικής. «Μεγαλώνουμε» σημαίνει «Δεν βιαζόμαστε», γιατί στην παιδεία οι διεργασίες είναι μυστικές και θέλουν χρόνο να φέρουν καρπούς. «Μεγαλώνουμε Προσεχώς» σημαίνει, ακόμη, πίστη –αναπόδεικτη, είναι αλήθεια, αλλά κραταιή– στη δυνατότητα βελτίωσης διδασκομένων και διδασκόντων μέσα από τη διδασκαλία μη χρήσιμων μαθημάτων, όπως η λογοτεχνία.
Είναι προφανές, λοιπόν, ότι το βιβλίο αυτό με τις μαρτυρίες των εκπαιδευτικών για τη διδασκαλία της λογοτεχνίας στο πλαίσιο του Προγράμματος Εκπαίδευσης των Μουσουλμανοπαίδων, εκτός από παραδειγματικά, λειτουργεί και εμψυχωτικά. Ενθαρρύνει τη διακινδύνευση της διδασκαλίας της λογοτεχνίας με εναλλακτικούς τρόπους (κόμικς, μουσική, τραγούδια, εικαστικά έργα, κείμενα, και πάσης φύσεως πολυτροπικούς σημειωτικούς πόρους). Εστιάζει στις καλές στιγμές της διδασκαλίας, που είναι αρκετές για να αντέξει κανείς την απογοήτευση που προκαλείται από ανεδαφικές προσδοκίες, αστοχίες στον σχεδιασμό και τον προγραμματισμό του μαθήματος, υπερβολικές απαιτήσεις από τους μαθητές, δίψα για θορυβώδη αποτελέσματα και προβολή τους. Προτρέπει, τέλος, τους εκπαιδευτικούς στην ανάπτυξη συνεργασιών τόσο μεταξύ τους όσο και με άλλους φορείς εκπαίδευσης και πανεπιστημιακά ιδρύματα που αναπτύσσουν καινοτόμα προγράμματα.
Προσεχώς Εμείς Μεγαλώνουμε… «Μαζί Μεγαλώνουμε». Ας προσθέσουμε τη λέξη «Μαζί». «Μαζί Μεγαλώνουμε Προσεχώς», αρκεί να δείξουμε μεγαλοψυχία, θάρρος και να ασκήσουμε την τέχνη της διδακτικής ως μάγοι, δηλαδή ως δάσκαλοι που γνωρίζουν καλά την τέχνη τους και τις τεχνικές της. Να ευχηθώ, λοιπόν, από τη θέση αυτή του Σχολικού Συμβούλου Φιλολόγων Ροδόπης, να ’ναι καλοτάξιδο αυτό το βιβλίο μαρτυριών εκπαιδευτικών του Προγράμματος Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων της Θράκης και να συγχαρώ τους συντελεστές του.


[1] Η παρουσίαση πραγματοποιήθηκε στο βιβλιοπωλείο «Δημοκρίτειο»  την Πέμπτη 21 Ιανουαρίου 2016 και ώρα 19.30.
[2] ΗΝ 1139a23-25.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου